Μπαλέτα Μπολσόι: Το «διαμάντι» στο στέμμα της Ρωσίας
Στη ρωσική γλώσσα «Μπολσόι» σημαίνει μεγάλο θέατρο, όρος που ισχύει τόσο κυριολεκτικά για το μέγεθος και το πλήθος των καλλιτεχνών όσο και μεταφορικά για την ποιότητα και το επίπεδο της τέχνης. Ρωτήστε κάποιον που έχει απολαύσει από κοντά μια παράσταση των Μπολσόι. Ακούγεται κάπως υπερβολικό αλλά η λέξη αυτή θα μπορούσε από μόνη της σημαίνει «ρωσική τέχνη».
Τα μπαλέτα Μπολσόι είναι ο διασημότερος θίασος μπαλέτου στον κόσμο με έδρα του το θέατρο Μπολσόι της Μόσχας. Ιδρύθηκαν το 1776 και θεωρούνται ένα από τα παλαιότερα συγκροτήματα μπαλέτου στον κόσμο, αλλά και ένα από τα πλέον καινοτόμα, καθότι ανέτρεψε τις τάσεις που επικρατούσαν στο μπαλέτο σε παγκόσμιο επίπεδο και κατάφεραν να οικοδομήσουν τη δικής του αντίληψη και χορευτική πρόταση. Σήμερα, απασχολούν περίπου 220 χορευτές, η πλειοψηφία των οποίων προέρχεται από την Κρατική Ακαδημία Χορογραφίας της Μόσχας, γνωστή ως Ακαδημία Μπαλέτου Μπολσόι. Η τελευταία έχει ακόμα τη φήμη ενός από τα δυσκολότερα «σχολεία» του κόσμου τόσο για να «μπει» κανείς και πόσο μάλλον για να αποφοιτήσει.
18ος αιώνας – Η δημιουργία και ο χαρακτήρα του θιάσου
Τα μπαλέτα Μπολσόι ιδρύθηκαν στο 2ο μισό του 17ου αιώνα και ξεκίνησαν αμέσως να δίνουν παραστάσεις. Ήταν κάπου στα 1738 όταν, επί ρωσικού εδάφους, άνοιξε η πρώτη σχολή μπαλέτου στην Αγία Πετρούπολη, την τότε πρωτεύουσα της χώρας και μια από τις σημαντικότερες πόλεις των τεχνών όλου του κόσμου. Από εκεί πέρασαν όλοι οι σημαντικότεροι δάσκαλοι του κόσμου με πρώτο και καλύτερο τον ιταλό χοροδιδάσκαλο, Φιλίππο Μπεκκάρι, που είχε ήδη μεγάλη αναγνώριση από την παρουσία του στα χορευτικά δρώμενα του Μιλάνου. Ο τελευταίος μεταφέρθηκε στη Μόσχα το 1773 όπου ξεκίνησε να παραδίδει μαθήματα στα παιδιά των ορφανοτροφείων της πόλης, τα οποία μέσα σε τρία χρόνια ήταν έτοιμα να ξεκινήσουν τις παραστάσεις, αποτελώντας τον πρωταρχικό πυρήνα του συγκροτήματος από τον οποίον ξεπήδησαν τα μπαλέτα Μπολσόι.
Στις σημειώσεις του από εκείνη την περίοδο προκαλούν ιδιαίτερη αίσθηση οι σκέψεις του για την σωματοδομή των Ρώσων (αγοριών και κοριτσιών) και την ικανότητά τους στον χορό. Στα αρχικά του στάδια, ο θίασος περιελάμβανε μόνο 13 μουσικούς και συνήθως 30 καλλιτέχνες, οι οποίοι δεν χωρίζονταν ανά ειδικότητα: οι ηθοποιοί συμμετείχαν στις όπερες και οι τραγουδιστές και οι χορευτές έπαιρναν μέρος σε παραστάσεις πρόζας. Όμως, πολύ γρήγορα οι επιτυχημένες πρώτες παραστάσεις οδήγησαν σε μια αυξημένη δημοφιλία του θιάσου και όλο και περισσότεροι νέοι και νέες έρχονταν να δοκιμάσουν τις ικανότητές τους. Έτσι, το 1785, ο θίασος έφτασε τα 80 μέλη, ενώ η μεγάλη ποσοτική του εκτίναξη έλαβε χώρα στις αρχές του 20ου αιώνα με τα 500 μέλη!
19ος αιώνας: Από τα εθνικά αφηγήματα στην λογοτεχνία
Η τέχνη δεν μπορεί ποτέ να αποκοπεί από την ίδια την ζωή, τις ιστορικές εξελίξεις και την ίδια την κοινωνία. Έτσι, τα γεγονότα της εποχής επηρέασαν ουσιαστικά τα θέματα των μπαλέτων. Στην αρχή του αιώνα, ο χορός των Μπολσόι ήταν ένα αφήγημα των πατριωτικών ζητημάτων. Μέσα από τις παραστάσεις ο χορός «πέρναγε» ξεκάθαρα πατριωτικά μηνύματα, σχετικά με τους Ναπολεόντειους Πολέμους και πιο συγκεκριμένα με τους αγώνες αναχαίτισης των Γάλλων κατά την Εκστρατείας τους ενάντια στη Ρωσία. Ωστόσο, το 1821 συμβαίνει μια πραγματική τομή. Ένας από τους σημαντικότερους για την εξέλιξη των μπαλέτων χορογράφους, ο Άνταμ Γκλουζκόφσκι, γίνεται ο πρώτος «Maître de Ballet» που εμπνεύστηκε από λογοτεχνικά έργα. Έτσι, ανεβάζει στην σκηνή χορογραφίες που βασίζονται στα ποιήματα του Ρουσλάν και τα γραπτά του 1821. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του Μπαλέτου που ο χορός συναντάει την λογοτεχνία.
Η εποχή του Ρομαντισμού: Μέσα του 19ου αιώνα
Όπως σε κάθε μορφή τέχνης έτσι και στο επίπεδο του χορού το κίνημα του «Ρομαντισμού» άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του. Έτσι, στα μέσα του 19ου αιώνα, το μπαλέτο στρέφεται και αυτό με την σειρά του στον «Ρομαντισμό». Η έξαρση των συναισθημάτων αποτυπώνεται σε νέα εκφραστικά μέσα: η τεχνική του χορού πάνω στις μύτες («sur les pointes»), τα άλματα που προσπαθούσαν να μιμηθούν την φύση και πιο συγκεκριμένα το πέταγμα των πουλιών, οι μακριές ψηλές «αραμπέσκ» και οι «ατιτύντ», χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά. Παράλληλα, ο ρομαντισμός φέρνει και την αναγνώριση των πρωταγωνιστών, οι οποίοι αποκτούν πλέον ονοματεπώνυμο με αναγνωρίσιμες φιγούρες όπως οι: Τατιάνα Καρπάκοβα, Κονσταντίν Μπογκντάνωφ, Ι. Νικίτιν και Γ. Σανκόφσκαγια. Σταδιακά το επάγγελμα του χορευτή αρχίζει να καθιερώνεται ως κοινωνικά αναγνωρίσιμο, να περνάει από τη μια γενιά στην άλλη και ως εκ τούτου ολόκληρες οικογένειες εργάζονταν στο Μπολσόι, όπως οι Μανοχίν, οι Ντομασώφ και οι Γερμολώφ.
Το τέλος της τσαρικής Ρωσίας – Από την «τέχνη των ευγενών» στην «τέχνη του λαού»
Το 1917, το θέατρο Μπολσόι άνοιξε για πρώτη φορά τις πύλες του στην εργατική τάξη που ήρθε σε επαφή με μια μορφή τέχνης που προοριζόταν «για τους λίγους». Το 1918, για τον εορτασμό της πρώτης επετείου της Επανάστασης, ανέβηκε το έργο «Στένκα Ράζιν» του Αλεξάντρ Γκλαζουνόφ σε χορογραφία του διάσημου χορογράφου Γκόρσκυ. Για χρόνια το θέατρο Μπολσόι δίνει παραστάσεις καθημερινά και η κάτοικοι της Μόσχας εκπαιδεύονται στην υψηλή τέχνη του χορού. Το μπαλέτο, έχει κυριολεκτικά γίνει ένας μέρος της πόλης.
Όμως, η επανάσταση των προλετάριων δεν άργησε να δημιουργήσει μια σειρά από προβλήματα σε έναν θίασο που είχε ήδη κερδίσει μια διεθνή αναγνώριση. Η οικονομική αναδιάρθρωση της Ρωσίας που έγινε Σοβιετική Ένωση και έκλεισε τα σύνορά της, οδήγησε τους ανθρώπους του θεάτρου σε σκέψεις που έφταναν μέχρι και το κλείσιμο του θεάτρου. Μερικοί καλλιτέχνες επεδίωξαν να αναζητήσουν την τύχη τους στο εξωτερικό. Παράλληλα, ορισμένες νέες καλλιτεχνικές τάσεις δημιούργησαν σημαίνουσες διαμάχες. Χαρακτηριστικότερη απ’ αυτές είναι η αντιπαράθεση της κλασικής κληρονομιάς του χορού με το ρεύμα που υποστήριζε το μοντέρνο ρεύμα στο μπαλέτο και μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα κινησιολογίας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του νέου ρεπερτορίου είναι το μπαλέτο «Η κόκκινη παπαρούνα», που ανέβηκε στο θέατρο Μπολσόι στις 14 Ιουνίου 1927 και είναι το πρώτο Σοβιετικό μπαλέτο με μοντέρνο επαναστατικό θέμα. Έτσι, τα μπαλέτα Μπολσόι, αντί να κλείσουν, παρέμειναν η ναυαρχίδα της τέχνης του μπαλέτου στη Σοβιετική Ένωση.
Ο Μεγάλος Πόλεμος – η τέχνη που επιβίωσε στα χαρακώματα
Με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι περισσότερες κρατικές υπηρεσίες της Μόσχας μεταφέρθηκαν στην περιοχή του Κούιμπισεφ για λόγους ασφαλείας. Το ίδιο συνέβη και για ένα μεγάλο μέρος του θιάσου Μπολσόι. Λέμε για ένα μεγάλο μέρος του θιάσου γιατί πρέπει να σημειώσουμε πώς οι άρρενες χορευτές συμμετείχαν κανονικά στο μέτωπο του πολέμου, ενώ κάποιοι εξ’ αυτών έδιναν παραστάσεις στα μέτωπα για την ψυχαγωγία και την ενθάρρυνση των στρατευμάτων. Έτσι, μόνο μια μικρή ομάδα του θιάσου έμεινε στη Μόσχα με επικεφαλής τον Μιχαήλ Γκαμπόβιτς, πρώτο σολίστ των Μπολσόι εκείνη την εποχή και κομισάριο του εθελοντικού τάγματος επιφυλακής και άμυνας στο εσωτερικό της Μόσχας. Από πλευρά παραστάσεων το ιστορικό θέατρο Μπολσόι έμεινε κλειστό και οι όποιες παραστάσεις ανέβηκαν όσο διαρκούσε ο πόλεμος δίνονταν στο παράρτημα του θεάτρου. Το 1942 το τμήμα του θιάσου που βρισκόταν στο Κούιμπισεφ παρουσίασε ένα καινούριο μπαλέτο, «Τα Ερυθρά Πανιά» σε μουσική Γιουρόφσκι και την επόμενη χρονιά η παράσταση μεταφέρθηκε στην κεντρική σκηνή του Μπολσόι. Αυτή, ήταν επί της ουσίας η πρώτη επίσημη παράσταση του θεάτρου μετά τον Πόλεμο.
Το τέλος του Πολέμου και η χρυσή εποχή μέχρι και την κατάρρευση της ΕΣΣΔ
Παρά τα κλειστά σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης το θέατρο Μπολσόι γνωρίζει χρυσές εποχές και τεράστια επιτυχία κατά την διάρκεια των δεκαετιών του 1960, του 1970 και του 1980. Όμως, μια ακόμα πολιτικο-κοινωνική αλλαγή θα ανατρέψει τις ισορροπίες. Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης προκάλεσε τριγμούς στο σύνολο της ρωσική κοινωνίας και το θέατρο Μπολσόι δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστο. Η κυβερνητική χρηματοδότηση μειώθηκε δραματικά και τα οικονομικά προβλήματα έκαναν πάρα πολύ δύσκολη την καθημερινότητα του θεάτρου, αναγκάζοντας τόσο ορισμένους χορευτές όσο και μέλη της ορχήστρας να αναζητήσουν αλλού τα έσοδα της διαβίωσής τους. Όμως, τα Μπολσόι επιβίωσαν και πάλι. Βασιζόμενα στην συνταγή της επιτυχίας του παρελθόντος, δηλαδή στα έργα-σταθμός, όπως «Ζιζέλ», η «Λίμνη των Κύκνων», ο «Καρυοθραύστης», που προσέλκυσαν κόσμο από όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου.
Τα Μπαλέτα Μπολσόι σήμερα
Από το Μάρτιο του 2016 τη διεύθυνση των μπαλέτων Μπολσόι έχει ο Μαχάρ Βαζίεφ, ο οποίος από το 2009 διεύθυνε το μπαλέτο της Σκάλας του Μιλάνου. Συνολικά το θέατρο απασχολεί περίπου 3.000 άτομα προσωπικό και παραμένει ένας από τους σημαντικότερους λόγους για να επισκεφτεί κανείς την Μόσχα. Οι χορευτές παραμένουν 220 και χωρίζονται στις εξής κατηγορίες: κορυφαίοι (principals), κορυφαίοι σολίστ (principals soloists), Α’ σολίστ (first soloists), και σολίστ (soloists). Ο θίασος πλαισιώνεται από μάνατζερ, διευθυντές παραγωγής, μουσικούς και διοικητικό προσωπικό, και πέραν από τις σταθερές παραστάσεις στο θέατρο της Μόσχας γίνονται ταξίδια ανά τον κόσμο και παρουσιάζεται η υψηλού επιπέδου δουλειά και η μαγεία του Μπολσόι!